Χορευτικά (Λαμπρής – Ιστορικά – Κλέφτικα)
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Στις γενικές διασκεδάσεις του χωριού (Πάσχα, Πανηγύρια, γάμοι, αρραβώνες, ξεφλουδήματα) τραγουδιούνται τα αθάνατα κλέφτικα και δημοτικά τραγούδια. Αυτά εξυμνούν κατορθώματα αγωνιστών ή ληστών, την αγάπη, τη φύση κλπ. Διακρίνονται κυρίως σε δύο κατηγορίες.
1) Της τάβλας (Τραπεζιτικά) και
2) του χορού (στα τρία, τσάμικα καλαματιανά).
ΑΡΠΑΓΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ Μια Πασχαλιά μίνια Λαμπριά μια ‘πισημην ημέρα Λύκος παιδάκι ν’ άρπαξε απ’ της μάνας αγκάλη Χίλιοι πεζοί τον κυνηγούν χίλιοι καβαλαραίοι κι η Μάνα που τον γέννησε κι’ αυτή κοντά πηγαίνει Άφ’σε με Λύκε το παιδί και φάγε το ζευγάρι και φάγε χίλια πρόβατα και δυό χιλιάδες γίδια και το παιδάκιν’ φώναξε από του Λύκ’ το στόμα Σύρε Μάνα μ’ στο σπίτι σου σύρε στην ερημιά σου Θυμάσαι όταν μού ‘λεγες ο Λύκος να με φάει; |
Ο ΤΟΛΙΟΣ Δεν έχω άδεια να βγω να ιδώ τον Τόλιο που διαβαίνει τον Τόλιο τον περήφανο τ’ άξιο το παλικάρι πως πάει απάνω στ’ Άγραφα να μάσει παλικάρια χίλιους νομάτους έμασε χίλιους και διαλεγμένους κι’ άλλα χίλια κλεφτόπουλα και γίναν τρεις χιλιάδες να πάνε να πατήσουνε της Νίκαινας το σπίτι τ’ ακούς Κυράτσα Νίκαινα τι λέν τα παλικάρια; άσπρα γυρεύουν τα παιδιά φλουριά τα παλικάρια εμείς φλουριά δεν έχουμε τ’ άσπρα που να τα βρούμε τ’ άσπρα τα πήρε ο Νικολός να μάσει παλικάρια |
Η ΓΙΑΝΝΑΚΑΙΝΑ Δευτέρα μέρα ειν τ’ Αι – Γιωργιού, τη τρίτη είν’ το σεριάνι τα παλικάρια χαίρονται και στο σημάδι ρίχνουν Βάρεσαν την Γιαννάκαινα στο γόνα και στο χέρι και στ’ ακρινό το δάκτυλο π’ ούχει την αρραβώνα… Γιαννάκη μη ξοδιάζεσαι μη χάνεις τα λεφτά σου να πάρεις νύφ’ από σειρά κι’ από καλούς ανθρώπους να ξέρει ρόκα κι’ αργαλειό να ξέρει να υφαίνει να ξέρει και τα βάσανα το πως γυρνάει το σπίτι. |
Ο ΠΛΑΤΑΝΟΣ Τ’ έχεις καϋμένε Πλάτανε και στέκεις μαραμένος με τις ριζούλες στο νερό με της δροσιάς τα φύλλα Αλή Πασιάς απέρασε με δεκαοχτώ χιλιάδες κι’ όλοι στον ίσκιον μ’ έκατσαν πουκάτ’ απ’ τη δροσιά μου κι’ όλοι σημάδι μ’ έβαλαν κι’ όλοι με ντουφεκίσαν άλλοι χτυπάν τους κλώνους μου κι’ άλλοι τις κορυφές μου κι’ αυτός ο σκύλ’ Αλή Πασάς μέσ’ τη καρδιά μου ρίχνει. |
Ο ΑΡΡΩΣΤΟΣ ΣΥΖΥΓΟΣ Κοράσιον ετραγούδησε, απάνω σε γιοφύρι και το γιοφύρι ράγισε κι’ ο ποταμός εστάθη και το στοιχειό του ποταμού κι’ αυτό στη άκρη βγαίνει Τ’ έχεις κόρη μ’ και γλίβεσαι και χύνεις μαύρα δάκρυα Έχω άντρα φυλάρρωστο τώρα δώδεκα χρόνια και με χαλεύει αρρωστηκά απού δεν είν’ σε κόσμο χαλεύει από λαγό τυρί κι’ απ’ άγριο γίδι γάλα Θέλω ν’ ανέβω στο βουνό να κατεβώ στο κάμπο να φκιάσω στρούγκα το λαγό ν’ αρμέξω τ’ άγριο γίδι |
Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΛΕΦΤΗ Παιδιά μ’ σα θέλτε λεβεντιά και κλέφτες να γενήτε εμένα να ρωτήσετε το γέρο καπετάνιο Δώδεκα χρόνους έκανα στους κλέφτες Καπετάνιος ζεστό ψωμί δεν έφαγα σε στρώμα δεν κοιμήθηκα Το χέρι μου προσκέφαλο και το σπαθί μου στρώμα Ολομερίς στον πόλεμο το βράδυ καραούλι και το ντουφέκι μ’ έλεγα και το ντουφέκι λέγει ντουφέκι μου περήφανο σπαθί ξεγυμνωμένο πολλές φορές με γλύτωσες κι’ ακόμα μία απόψε. |
ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ Λουλουδάκι θε να γίνω που να πάω να φυτρώσω στου βουνό με πέρν’ αέρας και στο κάμπο καματώνω θα φυτρώσω στον οντά σου κρύα βρύση για να γίνω ν’ άρχονται οι όμορφες να πλένουν μαυρομμάτες να λευκαίνουν ήρθ’ η μία ήρθ’ η άλλη ήρθ’ ένα φτωχό κορίτσι έλαψε κι’ αυτό κι’βρύση… |
Η ΑΓΡΑΦΙΩΤΟΠΟΥΛΑ Πέντε παιδιά μαλώσανε για μια Αγραφιωτοπούλα κι’ ο Καπετάνιος έλεγε κι’ ο καπετάνιος λέγει Παιδιά μου μη μαλώνετε να μην ετουφεκιώστε Εμείς ταχιά θα φύγουμε στα Αγραφα να πάμε κι’ εκεί θα τις διαλέξουμε καθένας τη δικιά του και την αλλού καλύτερη θα πάρ’ ο καπετάνιος |